Μπιζέρτα

Μπιζέρτα
(Bizerta). Πόλη και λιμάνι (113.400 κάτ.). της Τυνησίας. Βρίσκεται στο βορειότερο μέρος της Αφρικής και απέχει 54 χλμ. από την πόλη της Τύνιδας. Η Μ. είναι χτισμένη στην είσοδο διώρυγας, που ενώνει την ομώνυμη λίμνη με τη θάλασσα. Ιστορία. Στη θέση της πόλης υπήρχε φοινικικός σταθμός, που ονομαζόταν Διάρρυτος, γιατί περνούσε από εκεί τρεχούμενο νερό. Ο Ιούλιος Καίσαρ ή ο Αύγουστος ίδρυσαν εκεί αποικία, αλλά επειδή βρισκόταν πολύ κοντά στην Καρθαγένη δεν μπόρεσε να αναπτυχθεί και παρέμεινε άσημος οικισμός. Από τον 3o έως τον 7o αι. ήταν έδρα επισκόπου. Την κατέλαβαν μετά οι Άραβες (622 μ.Χ.), που την ονόμασαν Μπεν Ζερτ, παραφθορά του οποίου είναι η σημερινή Μ. Αλλά και τότε παρέμεινε στην αφάνεια, και ήταν γνωστή μόνον ως αλιευτικός σταθμός. Όταν το 1881 η Γαλλία κήρυξε την Τυνησία προτεκτοράτο της, η Μ. έγινε από το 1889 ναυτική βάση, γεγονός που οδήγησε στη γρήγορη εμπορική ανάπτυξη της. Το λιμάνι της Μ., εκτός του γεγονότος ότι μπορεί να περιλάβει μεγάλο αριθμό πλοίων, επιτρέπει σ’ εκείνον που το κατέχει να ελέγχει το στενό μεταξύ Τυνησίας και Σικελίας. Στον B’ Παγκόσμιο πόλεμο οι Γερμανοί κατέλαβαν την πόλη το 1942. Απελευθερώθηκε από τους Αμερικανούς στις 7 Μαΐου 1943. Μια άποψη του λιμανιού της Μπιζέρτας, στρατηγικής πόλης της Τυνησίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Τυνησία — I Τυνησία Κράτος της βόρειας Αφρικής. Βρέχεται στα βόρεια και στα ανατολικά από τη Mεσόγειο, και συνορεύει στα δυτικά με την Aλγερία και στα νότια με τη Λιβύη.Tο έδαφος της Tυνησίας περιλαμβάνει το τμήμα εκείνο της Σαχάρας που εκτείνεται στα… …   Dictionary of Greek

  • ιππών — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. I. Διάρρυτος Κολωνία. Πόλη μεταξύ Καρχηδόνας και Ιτύκης, με οχυρή ακρόπολη, λιμάνια και ναυπηγεία. Ήταν πειρατικό ορμητήριο. Όταν ο Ρωμαίος ύπατος Καλπούρνιος Πίσων θέλησε να την εκπορθήσει, μαζί με τον ναύαρχό του,… …   Dictionary of Greek

  • Μπαρμπαρόσα ή Βαρβαρόσας — Με το όνομα αυτό είναι γνωστοί δύο αδελφοί πειρατές, καταγόμενοι από τη Λέσβο, οι οποίοι κυριάρχησαν στις αλγερινές ακτές τον 16o αι. Ο πρώτος από αυτούς, Χορούκ, αφού έσπειρε τον τρόμο σ’ ολόκληρη τη Μεσόγειο με τις πειρατικές του επιχειρήσεις,… …   Dictionary of Greek

  • Μπουργκίμπα, Χαμπίμπ Μπεν Αλί — (Μοναστίρ 1903 – 2000). Τυνήσιος πολιτικός. Από το 1922 αφοσιώθηκε στην πολιτική δράση και στη δημοσιογραφία και το 1931 έγινε μέλος του κόμματος Ντεστίρ, στους κόλπους του οποίου εκπροσώπησε αμέσως την πιο ριζοσπαστική και εθνικιστική τάση.… …   Dictionary of Greek

  • Χουάν της Αυστρίας, δον- — (Don Juan de Austria, Ρατισμπόνα 1545 – Ναμούρ 1578). Διάσημος Ισπανός πρίγκιπας και στρατιωτικός, νόθος γιος του αυτοκράτορα Καρόλου E’ (Καρόλου A’ της Ισπανίας) και ετεροθαλής αδελφός του βασιλιά Φιλίππου B’ της Ισπανίας. Μεγάλωσε κρυφά, ως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”